Περίπατοι στην κοιλάδα των αναμνήσεων
Εἰς τὴν Πόλιν – (Is-tan-bul)
Φίλες και φίλοι,
σύντομα συμπληρώνεται άλλη μια στροφή της γης γύρω από τον ήλιο! Τις ''επιτυχίες'' ή μάλλον λάθος έκανα πάλι…τις ''υποκρισίες'' εννοούσα, της πολιτικής και γενικά της δικής μας και παγκόσμιας κοινωνίας τις βιώνουμε καθημερινά. Το τι πέρασε και τι κατάφερε ή δεν κατάφερε καθένας μας για τον εαυτό του ή την οικογένειά του, το γνωρίζει η ίδια/ο ίδιος καλύτερα απ’ όλους! Ό,τι μας μένει είναι οι όμορφες αναμνήσεις! Ευτυχώς δηλαδή που γι αυτό
Έτσι λοιπόν παιδιά αποφάσισα να προσθέσω άλλες δύο γραμμούλες αναμνήσεων από το τότε! Όσο πλησιάζουν οι γιορτές παρελαύνουν πάλι μπροστά μου οι όμορφες εκείνες εικόνες από άλλες εποχές. Τα χρόνια που ζήσαμε στην Πόλη ήταν γεμάτα από ανάμικτες εμπειρίες και συγκινήσεις.
Περάσαμε όμορφα αλλά και δύσκολα χρόνια, ιδίως οι παππούδες, οι γιαγιάδες και οι γονείς μας. Η Ρωμιοσύνη της Πόλης ήταν καλά οργανωμένη και στεκόταν πάντοτε στο πλευρό των οικονομικά αδυνάμων συμπολιτών μας. Η εκκλησία με τις ενορίες της, οι αδελφότητες κι οι φιλανθρωπικοί μας σύλλογοι δεν άφηναν κανέναν να πεινάσει. Διοργάνωναν χοροεσπερίδες κι εράνους με απώτερο σκοπό τη βοήθεια των οικονομικά ασθενεστέρων εξ ημών. Για τ' άτομα που ήταν σε θέση να εργαστούν, οι οργανώσεις αυτές φρόντιζαν να τους βρουν κάποια δουλίτσα, ούτως ώστε να μπορούν να βγάζουν τον επιούσιο. Όλα τα χρόνια που έζησα στην Πόλη, δεν θυμάμαι να έχω δει κανέναν από τους δικούς μας να ζητιανεύει στους δρόμους.
Την Καλή Βραδιά, δηλαδή την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, οι μεγάλες τάξεις του Ζωγραφείου και της Μεγάλης του Γένους Σχολής, σε οργανωμένες ομάδες που απαρτίζονταν από 7 έως 8 άτομα και σπανιώτερα 9 με 10, βγαίναμε να πούμε τα Κάλαντα.
Εἰς τὴν Πόλιν – (Is-tan-bul)
του Γιάννη Αρβανιτάκη
Μέρος πέμπτο - ''ΤΑ ΚΑΛΑΝΤΑ''
Μέρος πέμπτο - ''ΤΑ ΚΑΛΑΝΤΑ''
Φίλες και φίλοι,
σύντομα συμπληρώνεται άλλη μια στροφή της γης γύρω από τον ήλιο! Τις ''επιτυχίες'' ή μάλλον λάθος έκανα πάλι…τις ''υποκρισίες'' εννοούσα, της πολιτικής και γενικά της δικής μας και παγκόσμιας κοινωνίας τις βιώνουμε καθημερινά. Το τι πέρασε και τι κατάφερε ή δεν κατάφερε καθένας μας για τον εαυτό του ή την οικογένειά του, το γνωρίζει η ίδια/ο ίδιος καλύτερα απ’ όλους! Ό,τι μας μένει είναι οι όμορφες αναμνήσεις! Ευτυχώς δηλαδή που γι αυτό
Έτσι λοιπόν παιδιά αποφάσισα να προσθέσω άλλες δύο γραμμούλες αναμνήσεων από το τότε! Όσο πλησιάζουν οι γιορτές παρελαύνουν πάλι μπροστά μου οι όμορφες εκείνες εικόνες από άλλες εποχές. Τα χρόνια που ζήσαμε στην Πόλη ήταν γεμάτα από ανάμικτες εμπειρίες και συγκινήσεις.
Περάσαμε όμορφα αλλά και δύσκολα χρόνια, ιδίως οι παππούδες, οι γιαγιάδες και οι γονείς μας. Η Ρωμιοσύνη της Πόλης ήταν καλά οργανωμένη και στεκόταν πάντοτε στο πλευρό των οικονομικά αδυνάμων συμπολιτών μας. Η εκκλησία με τις ενορίες της, οι αδελφότητες κι οι φιλανθρωπικοί μας σύλλογοι δεν άφηναν κανέναν να πεινάσει. Διοργάνωναν χοροεσπερίδες κι εράνους με απώτερο σκοπό τη βοήθεια των οικονομικά ασθενεστέρων εξ ημών. Για τ' άτομα που ήταν σε θέση να εργαστούν, οι οργανώσεις αυτές φρόντιζαν να τους βρουν κάποια δουλίτσα, ούτως ώστε να μπορούν να βγάζουν τον επιούσιο. Όλα τα χρόνια που έζησα στην Πόλη, δεν θυμάμαι να έχω δει κανέναν από τους δικούς μας να ζητιανεύει στους δρόμους.
Την Καλή Βραδιά, δηλαδή την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, οι μεγάλες τάξεις του Ζωγραφείου και της Μεγάλης του Γένους Σχολής, σε οργανωμένες ομάδες που απαρτίζονταν από 7 έως 8 άτομα και σπανιώτερα 9 με 10, βγαίναμε να πούμε τα Κάλαντα.
Στο εξαιρετικά ενδιαφέρον και ενημερωτικό άρθρο του με θέμα: «Από τις ρωμαϊκές calendae στα ελληνικά κάλαντα», ο φιλόλογος, συγγραφέας κύριος Αλέξης Τότσικας γράφει πως οι καταβολές τα καλάντων προέρχονται από ένα αρχαίο ελληνικό και ρωμαϊκό έθιμο. Οι ρίζες του φαίνεται πως συνδέονται με τους αγερμούς της αρχαίας Ελλάδας καθώς και με το αρχαίο ελληνικό έθιμο ''ειρεσιώνη'' (από το είρος = έριον, μαλλί), ήτοι κλαδί αγριελιάς στολισμένο με γιρλάντες από λευκό και κόκκινο μαλλί, πάνω στις οποίες κρεμούσαν καρπούς, όπως σύκα, καρύδια, αμύγδαλα, κάστανα, δημητριακά, κ.λ.π., τους οποίους προσέφεραν στα διάφορα σπίτια.
Η λέξη calendae προέρχεται από τη λατινική φράση calo luna novella, δηλαδή «ανακηρύσσω τη νέα σελήνη», με την οποία ο αρχιερέας του Καπιτωλίου ανάγγελλε τη νεομηνία. Το ρήμα calo είναι συγγενικό με το δικό μας ρήμα «καλώ».
Τα θρησκευτικά στοιχεία, ειδωλολατρικά στην αρχή και χριστιανικά στη συνέχεια, μπήκαν στα κάλαντα μόνο σε όψιμα χρόνια. Μέχρι την σημερινή διαμόρφωσή τους μεσολάβησε μια πολύ μεγάλη χρονική περίοδος.
Παρά τις αντιδράσεις της εκκλησίας, γράφει ο κ. Τότσικας, από τον 13ο αιώνα τα κάλαντα καθιερώθηκαν στο Βυζάντιο σαν αναπόσπαστο στοιχείο των γιορταστικών εκδηλώσεων για τα Χριστούγεννα, την Πρωτοχρονιά και τα Φώτα. Μετά από την Κωνσταντινούπολη και το Βυζάντιο το έθιμο των καλάντων εντάχθηκε στη νεοελληνική παράδοση και με διάφορες τοπικές παραλλαγές, εξαπλώθηκε στην υπόλοιπη Ελλάδα.
Φίλες και φίλοι, σας παραθέτω τον σύνδεσμο του άρθρου του κ. Τότσικα, https://argolikivivliothiki.gr/2013/12/16/carols/, με την σύσταση να το διαβάσετε. Πράγματι αξίζει τον χρόνο σας! Πέραν αυτού, το διαδίκτυο είναι γεμάτο αναφορές για την ιστορία των καλάντων, γι’ αυτό δεν θα ξεφύγω σε περισσότερες λεπτομέρειες.
Αρχές/μέσα Οκτωβρίου λοιπόν, ξεκινούσαμε με τον σχηματισμό των ομάδων μας. Οι προπονήσεις γινόντουσαν τα μεσημεράκια, συνήθως με ακορντεόν, αλλά και με κιθάρα, αν έπαιζε κάποιος από εμάς. Εκτός από τα πατροπαράδοτα κάλαντα το πρόγραμμά μας περιλάμβανε 10 περίπου αγαπημένα ελληνικά ελαφρολαϊκά τραγουδάκια της εποχής όπως π.χ. το "Αθήνα", "Τι είναι αυτό που το λένε αγάπη", "Τα παιδιά του Πειραιά", "Μένω σε κάποια γειτονιά","Ανεβαίνω σκαλοπάτια" και καμμιά κανταδούλα.
Δεν γνωρίζω για τους κανόνες που ίσχυαν στο Ζωγράφειο, πάντως στην δική μας σχολή κατά το μεσημβρινό διάλειμμα δεν επιτρεπόταν στους μαθητές η είσοδος στους κεντρικούς χώρους της Σχολής και στις τάξεις. Εξαίρεση αποτελούσαν οι τελειόφοιτοι και οι ομάδες καλάντων για την προετοιμασία και τις δοκιμές. Για τους τελειόφοιτους η παραμονή στους χώρους διδασκαλίας ήταν ένα προνόμιο που αποκτούσαν όταν έφταναν αισίως στην τελική βαθμίδα του Λυκείου.
Υποτίθεται πως σ’ αυτήν την ηλικία είχαμε σοβαρέψει πλέον και δεν παραφερόμασταν! Τώρα το πως ερμηνεύει ο καθείς μας την σοβαρότητα είναι άλλο θέμα. Αρκετοί από εμάς προτιμούσαν το διάβασμα ή την συζήτηση…άλλοι πάλι…πιο ανήσυχα πνεύματα…καβαλούσαμε την ''μακριά γαϊδούρα'', έτσι... για να εκτονωθούμε από την πίεση της προμεσημβρινής διδασκαλίας, αλλά και για να συνέλθουμε λιγάκι από τις πρόβες…χα…χα!
Όσοι συνταξιώτες μας διάβαζαν, δεν μπορούσαν φυσικά να συγκεντρωθούν κι έβγαιναν πάλι έξω ψάχνοντας μια ήσυχη γωνίτσα. Κάπου, κάπου βρισκόταν κάποιος που μας κάρφωνε στον Κενάνη, τον Κέρβερο επιστάτη μας! Βλέπετε…τα παιχνίδια απαγορευόταν εντός της τάξης!
Για τους νεώτερους που ίσως δεν ξέρουν, το παιχνίδι της ''μακριάς γαϊδούρας'', παιζόταν από δύο ομάδες των 4-6 ατόμων. Ένα από τα παιδιά της ομάδας, η ''μάνα'' ή το ''μαξιλάρι'', στήνεται στον τοίχο με ανοιχτά τα πόδια και το πρώτο μέλος της μακριάς γαϊδούρας τοποθετεί το κεφάλι ανάμεσα στα σκέλη της μάνας. Οι υπόλοιποι παίκτες βάζουν τα κεφάλια τους στα σκέλια του προηγούμενου σχηματίζοντας την ''μακριά γαϊδούρα''.
Καθήκον της αντίπαλης ομάδας των παιδιών ήταν να καταφέρει να καβαλήσει με άλματα στις πλάτες της μακριάς γαϊδούρας και να σταθεροποιηθεί πάνω της δίχως ν’ αγγίζουν τα πόδια το έδαφος, αλλά ούτε και να λυγίσει κανένα από τα μέλη του επιμήκη κυρ Μέντιου. Κατόπιν αυτού, ο αρχηγός των αναβατών ρωτά τραγουδιστά τον αρχηγό των υποζυγίων να μαντέψει τον αριθμό των δακτύλων που έχει ανυψώσει στον αέρα. Αν μαντέψει σωστά αλλάζουν οι ρόλοι των ομάδων, αν όχι, οι βαστάζοι παραμένουν από κάτω, μέχρι να μαντέψουν σωστά.
Οι ομάδες καλάντων βέβαια, δεν είχαν πάντοτε τον χρόνο γι’ αυτές τις πολυτέλειες, αλλά στο διάστημα της προπόνησης βρίσκαμε πάντοτε την ευκαιρία για άλλες πλακίτσες ή για κανένα ανέκδοτο, μιας και δεν υπήρχε κάποιος που να μας επιβλέπει ή να μας καθοδηγεί στις πρόβες.
Τελείως δημοκρατικά, επιλέγαμε μόνοι μας το ρεπερτόριο των τραγουδιών που θα λέγαμε, καθώς επίσης, σύμφωνα με τις ικανότητες του καθενός μας, αποφασίζαμε για το ποιοι από εμάς
Η περιοδεία μας ξεκινούσε γύρω στις οκτώ το βράδυ μ’ έναν κατάλογο διευθύνσεων οικονομικά εύπορων οικογενειών Ελλήνων, οι οποίες μας περίμεναν και μας προσέφεραν πλουσιοπάροχα τον οβολό τους. Η κάθε ομάδα αναλάμβανε μια περιοχή της Πόλης κι η παραμονή μας σε κάθε σπίτι εξαρτώταν από τα κέφια της εκάστοτε οικογένειας, καθώς κι από των αριθμό των καλεσμένων που φιλοξενούσαν. Με το, ''Αχ, πέστε μας κι αυτό το τραγουδάκι'' ή ''ξέρετε να μας πείτε και τούτο'', οι ώρες κυλούσαν! Η τήρηση ενός χρονοδιαγράμματος ήταν σχεδόν ανέφικτη. Περνούσαμε όμως ωραία και γεμίζαμε αξέχαστες εμπειρίες...οι οποίες θα μας συνοδεύουν μέχρι...κάποτε...
Η λέξη calendae προέρχεται από τη λατινική φράση calo luna novella, δηλαδή «ανακηρύσσω τη νέα σελήνη», με την οποία ο αρχιερέας του Καπιτωλίου ανάγγελλε τη νεομηνία. Το ρήμα calo είναι συγγενικό με το δικό μας ρήμα «καλώ».
Τα θρησκευτικά στοιχεία, ειδωλολατρικά στην αρχή και χριστιανικά στη συνέχεια, μπήκαν στα κάλαντα μόνο σε όψιμα χρόνια. Μέχρι την σημερινή διαμόρφωσή τους μεσολάβησε μια πολύ μεγάλη χρονική περίοδος.
Παρά τις αντιδράσεις της εκκλησίας, γράφει ο κ. Τότσικας, από τον 13ο αιώνα τα κάλαντα καθιερώθηκαν στο Βυζάντιο σαν αναπόσπαστο στοιχείο των γιορταστικών εκδηλώσεων για τα Χριστούγεννα, την Πρωτοχρονιά και τα Φώτα. Μετά από την Κωνσταντινούπολη και το Βυζάντιο το έθιμο των καλάντων εντάχθηκε στη νεοελληνική παράδοση και με διάφορες τοπικές παραλλαγές, εξαπλώθηκε στην υπόλοιπη Ελλάδα.
Φίλες και φίλοι, σας παραθέτω τον σύνδεσμο του άρθρου του κ. Τότσικα, https://argolikivivliothiki.gr/2013/12/16/carols/, με την σύσταση να το διαβάσετε. Πράγματι αξίζει τον χρόνο σας! Πέραν αυτού, το διαδίκτυο είναι γεμάτο αναφορές για την ιστορία των καλάντων, γι’ αυτό δεν θα ξεφύγω σε περισσότερες λεπτομέρειες.
Αρχές/μέσα Οκτωβρίου λοιπόν, ξεκινούσαμε με τον σχηματισμό των ομάδων μας. Οι προπονήσεις γινόντουσαν τα μεσημεράκια, συνήθως με ακορντεόν, αλλά και με κιθάρα, αν έπαιζε κάποιος από εμάς. Εκτός από τα πατροπαράδοτα κάλαντα το πρόγραμμά μας περιλάμβανε 10 περίπου αγαπημένα ελληνικά ελαφρολαϊκά τραγουδάκια της εποχής όπως π.χ. το "Αθήνα", "Τι είναι αυτό που το λένε αγάπη", "Τα παιδιά του Πειραιά", "Μένω σε κάποια γειτονιά","Ανεβαίνω σκαλοπάτια" και καμμιά κανταδούλα.
Δεν γνωρίζω για τους κανόνες που ίσχυαν στο Ζωγράφειο, πάντως στην δική μας σχολή κατά το μεσημβρινό διάλειμμα δεν επιτρεπόταν στους μαθητές η είσοδος στους κεντρικούς χώρους της Σχολής και στις τάξεις. Εξαίρεση αποτελούσαν οι τελειόφοιτοι και οι ομάδες καλάντων για την προετοιμασία και τις δοκιμές. Για τους τελειόφοιτους η παραμονή στους χώρους διδασκαλίας ήταν ένα προνόμιο που αποκτούσαν όταν έφταναν αισίως στην τελική βαθμίδα του Λυκείου.
Υποτίθεται πως σ’ αυτήν την ηλικία είχαμε σοβαρέψει πλέον και δεν παραφερόμασταν! Τώρα το πως ερμηνεύει ο καθείς μας την σοβαρότητα είναι άλλο θέμα. Αρκετοί από εμάς προτιμούσαν το διάβασμα ή την συζήτηση…άλλοι πάλι…πιο ανήσυχα πνεύματα…καβαλούσαμε την ''μακριά γαϊδούρα'', έτσι... για να εκτονωθούμε από την πίεση της προμεσημβρινής διδασκαλίας, αλλά και για να συνέλθουμε λιγάκι από τις πρόβες…χα…χα!
Όσοι συνταξιώτες μας διάβαζαν, δεν μπορούσαν φυσικά να συγκεντρωθούν κι έβγαιναν πάλι έξω ψάχνοντας μια ήσυχη γωνίτσα. Κάπου, κάπου βρισκόταν κάποιος που μας κάρφωνε στον Κενάνη, τον Κέρβερο επιστάτη μας! Βλέπετε…τα παιχνίδια απαγορευόταν εντός της τάξης!
Για τους νεώτερους που ίσως δεν ξέρουν, το παιχνίδι της ''μακριάς γαϊδούρας'', παιζόταν από δύο ομάδες των 4-6 ατόμων. Ένα από τα παιδιά της ομάδας, η ''μάνα'' ή το ''μαξιλάρι'', στήνεται στον τοίχο με ανοιχτά τα πόδια και το πρώτο μέλος της μακριάς γαϊδούρας τοποθετεί το κεφάλι ανάμεσα στα σκέλη της μάνας. Οι υπόλοιποι παίκτες βάζουν τα κεφάλια τους στα σκέλια του προηγούμενου σχηματίζοντας την ''μακριά γαϊδούρα''.
Καθήκον της αντίπαλης ομάδας των παιδιών ήταν να καταφέρει να καβαλήσει με άλματα στις πλάτες της μακριάς γαϊδούρας και να σταθεροποιηθεί πάνω της δίχως ν’ αγγίζουν τα πόδια το έδαφος, αλλά ούτε και να λυγίσει κανένα από τα μέλη του επιμήκη κυρ Μέντιου. Κατόπιν αυτού, ο αρχηγός των αναβατών ρωτά τραγουδιστά τον αρχηγό των υποζυγίων να μαντέψει τον αριθμό των δακτύλων που έχει ανυψώσει στον αέρα. Αν μαντέψει σωστά αλλάζουν οι ρόλοι των ομάδων, αν όχι, οι βαστάζοι παραμένουν από κάτω, μέχρι να μαντέψουν σωστά.
Οι ομάδες καλάντων βέβαια, δεν είχαν πάντοτε τον χρόνο γι’ αυτές τις πολυτέλειες, αλλά στο διάστημα της προπόνησης βρίσκαμε πάντοτε την ευκαιρία για άλλες πλακίτσες ή για κανένα ανέκδοτο, μιας και δεν υπήρχε κάποιος που να μας επιβλέπει ή να μας καθοδηγεί στις πρόβες.
Τελείως δημοκρατικά, επιλέγαμε μόνοι μας το ρεπερτόριο των τραγουδιών που θα λέγαμε, καθώς επίσης, σύμφωνα με τις ικανότητες του καθενός μας, αποφασίζαμε για το ποιοι από εμάς
Η περιοδεία μας ξεκινούσε γύρω στις οκτώ το βράδυ μ’ έναν κατάλογο διευθύνσεων οικονομικά εύπορων οικογενειών Ελλήνων, οι οποίες μας περίμεναν και μας προσέφεραν πλουσιοπάροχα τον οβολό τους. Η κάθε ομάδα αναλάμβανε μια περιοχή της Πόλης κι η παραμονή μας σε κάθε σπίτι εξαρτώταν από τα κέφια της εκάστοτε οικογένειας, καθώς κι από των αριθμό των καλεσμένων που φιλοξενούσαν. Με το, ''Αχ, πέστε μας κι αυτό το τραγουδάκι'' ή ''ξέρετε να μας πείτε και τούτο'', οι ώρες κυλούσαν! Η τήρηση ενός χρονοδιαγράμματος ήταν σχεδόν ανέφικτη. Περνούσαμε όμως ωραία και γεμίζαμε αξέχαστες εμπειρίες...οι οποίες θα μας συνοδεύουν μέχρι...κάποτε...
Συνήθως συνεχίζαμε το δρομολόγιο μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες προσπαθώντας να επισκεφθούμε όλες τις εγγεγραμμένες οικογένειες. Αν παραλείπαμε καμμία, τα παράπονα γινόταν τις επόμενες μέρες στους διευθυντές μας.
Όλες αυτές οι εμπειρίες ανέπτυσσαν κι ισχυροποιούσαν τους μεταξύ μας δεσμούς. Έτσι λοιπόν, όπως κι όλοι εσείς φίλες και φίλοι, μεγαλώναμε με την ελπίδα να γίνουμε μια μέρα άξιοι πολίτες και να προσφέρουμε τον οβολό μας στην κοινωνία.
Όλες αυτές οι εμπειρίες ανέπτυσσαν κι ισχυροποιούσαν τους μεταξύ μας δεσμούς. Έτσι λοιπόν, όπως κι όλοι εσείς φίλες και φίλοι, μεγαλώναμε με την ελπίδα να γίνουμε μια μέρα άξιοι πολίτες και να προσφέρουμε τον οβολό μας στην κοινωνία.
Εκτός από κάποιες μικρές εξαιρέσεις, τεράστια υπήρξε η συμβολή και γιγάντιο το δημιουργικό έργο, των δασκάλων και καθηγητών μας για την ανάπυξη της προσωπικότητας του καθενός μας. Κρίμα που τότε δεν μπορούσαμε να εκτιμήσουμε δεόντως την αξία αυτών των ηρώων!
ΚΑΛΕΣ ΓΙΟΡΤΕΣ Σ' ΟΛΕΣ ΚΑΙ Σ' ΟΛΟΥΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου