Περίπατοι στην κοιλάδα των αναμνήσεων
Εἰς τὴν Πόλιν – (Is-tan-bul)
του Γιάννη Αρβανιτάκη
Μέρος τρίτο
Παιδικά, πρωτοεφηβικά κι εφηβικά χτυποκάρδια
Εἰς τὴν Πόλιν – (Is-tan-bul)
του Γιάννη Αρβανιτάκη
Μέρος τρίτο
Παιδικά, πρωτοεφηβικά κι εφηβικά χτυποκάρδια
Γειά σας φίλες και φίλοι, εδώ είμαι πάλι!
Ήμουν στην 5η τάξη του δημοτικού όταν κάποια στιγμή άρχισα να νιώθω μια παράξενη και ανεξήγητη έλξη για την συμμαθήτρια μου Λένα Π. Τα πρώτα γαργαλίσματα στην κοιλίτσα…τ’ αρσενικό στοιχείο ξύπναγε μέσα μου! Το Λενάκι είχε ένα όμορφο προσωπάκι κι ένα πολύ γλυκό χαμόγελο,
καθόταν δύο θρανία πιο πέρα από μένα και ξεχώριζε με την τεράστια λευκή κορδέλα που της φόραγαν στα μαλλιά. Εκείνα τα χρόνια, όλα τα παιδάκια φορούσαμε μαύρες στολές με λευκά γιακαδάκια (εμείς τις αποκαλούσαμε, λανθασμένα βέβαια, μπροστέλες, στην ουσία όμως ήταν σαν φόρεμα/φουστάνι που έφθανε μόλις κάτω από τα γόνατα)...έτσι δεν βλέπαμε παρά πρόσωπα και γάμπες...φυσικά, περιττό να σας αναφέρω ότι τότε μας έλειπε κι η πονηράδα! Τέλος πάντων, όπου κι αν πήγαινε η Λένα, το βλέμμα μου ακολουθούσε. Κοιμόμουνα και ξυπνούσα με την εικόνα της στο μυαλό κι ανυπομονούσα να την ξαναδώ στο σχολείο την άλλη μέρα. Τα περισσότερα αγόρια στην τάξη μας προτιμούσαν την Αφροδίτη ή την Φιλομήλα, γλυκά κοριτσάκια κι αυτά, όχι όμως οι τύποι μου. Αν και γενικά κάπως δειλός, κάποτε δεν άντεξα πλέον και λέω στην κολλητή της αν θα μπορούσε να μας τα ''φτιάξει''. Ούτε που ήξερα βέβαια τότε, την έννοια του ''να τα φτιάξουμε''! Όσο για τα περίεργα συναισθήματα, που μας
κατακυρίευαν, σε ποιόν ν’ ανοίξεις την καρδιά σου, σε ποιόν να τα πεις ή να τα περιγράψεις, για να σου δώσει μια εξήγηση λέγοντας σου, πως ό,τι σου συμβαίνει είναι απόλυτα φυσιολογικό και πως το είχαν νιώσει κι οι ίδιοι κάποτε! Ποιός
μας προετοίμαζε για την υποδοχή και τ’ αναμενόμενα ερωτηματικά της προκείμενης εφηβείας; Καμμία πληροφορία από τους πατέρες μας για το πτηνό που κρύβονταν στο παντελόνι μας και τις προσπάθειες του να πετάξει! Πλήρης άγνοια για τις στύσεις! Όλα μόνοι μας έπρεπε να τ’ ανακαλύψουμε! Αργότερα στο γυμνάσιο με τα φιλαράκια…κυριαρχούσε η ημιμάθεια και παραπληροφόρηση. Άλλοι συμμαθητές μας είχαν μεγαλύτερα αδέλφια, τα οποία, αν και κάπως στραβά, κάτι περισσότερο ήξεραν από μας. Όσοι από τους φίλους μου με διαβάζουν τώρα, θυμούνται σίγουρα με νοσταλγικό χαμόγελο, τις βολτίτσες στα σκαλάκια (Γιουκσέκ Καλντιρίμ), όπου σε κάτι μικρομάγαζα μεταχειρισμένων βιβλίων ψάχναμε να βρούμε κάτι φυλλάδες γύρω από το σεξ, τα περίφημα ''100 ερωτήσεις, 100 απαντήσεις'' (100 sual, 100 cevap) και κάτι περιοδικά με ημίγυμνες χορεύτριες της κοιλιάς για να κάνουμε χάζι…κι ό,τι άλλο ήθελε προκύψει! Φυσικά τα κρύβαμε για να μη μας τσακώσουν οι δικοί μας. Στην κατηφόρα του Κουμπαρατζί που μέναμε, το σαλόνι και η τραπεζαρία ήταν στην ουσία ένα μακρόστενο δωμάτιο. Για να κάνουμε τα καθήκοντά μας καθόμασταν στο μοναδικό τραπέζι και η μαμάκα μας παρακολουθούσε από το παραθυράκι της κουζίνας, που δια μέσω του φωταγωγού είχε πολύ καλή ορατότητα προς το σαλόνι. Έβλεπε μεν το κεφάλι μου σκυφτό και πίστευε πως διάβαζα, δεν ήταν όμως σε θέση να διακρίνει τα περιοδικά που είχα επάνω στα τετράδια ή βιβλία! Μόλις άκουγα τα βήματά της στο διάδρομο, τα εξαφάνιζα όλα μέσα στην μεγάλη μου σχολική τσάντα...που για κάθε ενδεχόμενο άφηνα ανοιχτή! Ο Παυλάκος δεν είχε μπει ακόμη στον χορό…αλλά λόγω του πλεονεκτήματος του μεγαλύτερου αδελφού, κατάφερε να εξελιχθεί άνευ απώλειας χρόνου…χα, χα!
Για τα δε κοριτσάκια τα πράγματα ήταν ακόμη πιο δύσκολα, μόλις έβλεπαν τρομοκρατημένα, τις πρώτες σταγόνες αίματος, τότε αφυπνιζόταν κι η μαμά σπευδοντας να τα καθησυχάσει και να τα μιλήσει για την εμμηνόρρυση! Δεν έφταιγαν όμως ούτ’ οι καημένες οι μητέρες, έτσι είχαν μάθει κι αυτές!
Τέλος πάντων, ας γυρίσουμε στο κορίτσι μας. θυμάμαι ακόμη πως η Λένα συμπαθούσε πολύ τον Παυλάκο που μόλις είχε αρχίσει το σχολείο. Πως να το κάνουμε...ήταν γλυκούλης ο πιτσιρικάς! Πρόσεχε τον, μου έλεγε, είναι μικρός ακόμη! Κι αυτό, από το 11χρονο κοριτσάκι, με το έμφυτο μητρικό/γυναικείο ένστικτο!
Εν πάση περιπτώσει, δεν υπήρξε αντίρρηση εκ μέρους της κι έτσι αρχίσαμε να γλυκοκοιταζόμαστε και ν’ ανταλλάσσουμε πιο συχνά χαμόγελα μεταξύ μας, καμιά φορά ''αγγίζαμε'' διακριτικά και τα χέρια μας. Υπέροχο συναίσθημα!
Αυτό ήταν! Μετά το τέλος της σχολικής περιόδου, όπως προανέφερα στο πρώτο μέρος, η Σχολή της Ταρσής Βαρείδου έκλεισε για λόγους ασφαλείας και δεν ξαναειδωθήκαμε ποτέ πια. Άκουσα, πως μετά τις απελάσεις των Ελλήνων ήρθαν κι αυτοί οικογενειακώς στην Πατρίδα και έμεναν κάπου στους Αμπελόκηπους, στην Αθήνα.
Τα δεύτερα καρδιοχτύπια τα ένιωσα εντονότερα, ως εκτοετής, στην Σχολή Γαλατά. Στην αρχή σκέφθηκα πως ίσως να έφταιγε ο αντίλαλος που δημιουργούσε το κενό του ξύλινου θρανίου όταν έγερνα πάνω του, το οποίο δρούσε σαν ηχείο ενισχύοντας τους παλμούς της καρδιάς μου. Αλλά όχι, ήταν η γλυκούλα Ουγγαρέζα Τάνια Λ., με τα όμορφα μακριά, ξανθά μαλλάκια και τα σχιστά τσερκέζικα, σαγηνευτικά, πράσινα ματάκια. Αυτά βέβαια τα γράφω τώρα, ούτε που ήξερα τι σημαίνει ''σαγηνεύω''! Απλώς κάτι το άγνωρο με τράβαγε προς αυτήν. Θαύμαζα την Τάνια στα κρυφά, εξ αποστάσεως, ίσως επειδή σπάνια σήκωνε τα μάτια της από το θρανίο και ήταν κάπως ντροπαλή. Τελειώσαμε την χρονιά μας ως οι καλύτεροι της 6ης τάξης, εκείνη πρώτη κι εγώ δεύτερος μ’ ένα βαθμό διαφορά στο σύνολο. Το τι απόγινε…άγνωστο, μόνο την παιδική της εικόνα διατηρώ ακόμη στην μνήμη μου! Δυστυχώς, αν και είμαι βέβαιος πως βγάλαμε κάποιες σχολικές φωτογραφίες, δεν φαίνεται να διασώθηκε καμμία από την μητέρα μου!
Έστω κι αν ήμασταν ακόμη παιδάκια, αναπολώντας, θυμάμαι τα πνιχτά γελάκια, τις πεταχτές ή κρυφές ματιές των συμμαθητριών μου και γενικά την ευχάριστη αύρα της θηλυκής παρουσίας! Μ’ άλλα λόγια, ένα συναρπαστικό ηλεκτρομαγνητικό πεδίο συναισθημάτων. Βρε παιδιά, πιστέψτε με, ακόμη και σήμερα στις παρέες, συχνά θα με βλέπετε να κάθομαι δίπλα στις γυναίκες. Τι να κάμω ο έρημος, δεν φταίω, το άρωμα τους με μεθάει...(ίδε Scent of a Woman, 1992, με τον Al Pacino)! Αν θέλετε ονομάστε το ιδεοψυχαναγκαστική νεύρωση… στην περίπτωση μου όμως...αθεράπευτη, όπως τραγουδάει κι ο αείμνηστος Leonard Cohen στο τραγούδι του ''There ain't no cure for love'', δεν υπάρχει θεραπεία για την αγάπη!
Εν συνεχεία ακολούθησε η γυμνασιακή μου φοίτηση στην Μεγάλη του Γένους Σχολή. Τα γυμνάσια μας δεν ήταν τότε μεικτά. Αρχικά, οι νέοι φίλοι, η καινούρια ατμόσφαιρα, το διαφορετικό περιβάλλον, τα άλλα ενδιαφέροντα, οι νέες συγκινήσεις κι απαιτήσεις μου απέσπασαν την προσοχή! Εξ άλλου τα πρώτα δύο χρόνια πηγαινοερχόμουν με το λεωφορείο της σχολής. Έτσι δεν πρόλαβα να καταλάβω ότι μου έλειπε η κοριτσίστικη συντροφιά! Μια μικρή παρηγοριά για μας ήταν το γειτονικό μας Ιωακείμιο Παρθεναγωγείο. Στα μεγάλα διαλείμματα τρέχαμε στον μικρό διπλανό χώρο της αυλής μας για να παρακολουθούμε τις Ιωακειμιάδες να παίζουν, να γελάνε και να μας φλερτάρουν από μακρυά. Κάποτε μας τσάκωνε ο επιστάτης μας, ο Κενάνης (Κενάνογλου) όπως τον λέγαμε εμείς, κι ερχόταν να μας χαλάσει την διασκέδαση!
Από την Γ’ γυμνασίου, άρχισα να πηγαίνω στο σχολείο με τα βαποράκια του Κεράτιου Κόλπου. Η διαδρομή από την γέφυρα του Γαλατά μέχρι το Φανάρι διαρκούσε μισή ώρα
Αργότερα, στα 15 μου, δεν ήταν Ιωακειμιάδα αυτή που μ’ έκανε να νιώθω πιο έντονες αρρυθμίες όποτε συναντιόμασταν, ηταν η φίλη μου Ρηνούλα. Οι οικογένειες μας είχαν πολύ στενές φιλικές σχέσεις μεταξύ τους, αλλά προφανώς η μητέρα της, κ. Ελένη, διαισθάνθηκε τα συναισθήματα μας και αποστασιοποιήθηκε κάπως, αραιώνοντας τις επισκέψεις τους. Την επόμενη χρονιά μάλιστα, άλλαξαν τον τόπο παραθερισμού τους πηγαίνοντας στην Πρίγκηπο, αντί της Χάλκης, όπως συνήθιζαν μέχρι τότε. Αυτό που δεν μπόρεσα να καταλάβω εκείνον τον καιρό, το εκμυστηρεύτηκε μεταγενέστερα η κ. Ελένη στην μητέρα μου και η μητέρα μου, πολύ αργότερα, σε μένα. Μεταξύ άλλων της είπε πως δεν θέλησε να πιστέψουν οι γονείς μου, πως με στόχευαν για γαμπρό...
Στα 16-17μου, μια άλλη κοπελίτσα με την οποία, εν αγνοία της, ήμουν τσιμπημένος, ήταν η Μαρικούλα Ξ. Μερικά χρόνια υστερότερα, στην Πατρίδα πλέον, της ομολόγησα τα συναισθήματά μου και συνάψαμε έναν πολύ σύντομο μεν αλλά έντονο δεσμό, ο οποίος εκ των δεδομένων ήταν καταδικασμένος να καταλήξει στο πουθενά…
Φθάνουν όμως οι αποκαλύψεις! Αρκετά σας ομολόγησα! Από δω και πέρα, σ’ αυτόν τον τομέα, αρχίζει να παρεμβαίνει η λογοκρισία των αναμνήσεων!
ΤΑ ΦΙΛΑΡΑΚΙΑ ΤΑ ΚΑΛΑ
Στη Σχολή Γαλατά γνωριστήκαμε επίσης, μ’ έναν από τους καλύτερους μου φίλους, τον Λάκη Τρυφωνίδη. Έμενε δύο
Επειδή παραθέριζαν κι αυτοί στην Χάλκη, η παρέα μας συνεχιζόταν και τους θερινούς μήνες. Έτσι η φιλία μας ενισχύθηκε ακόμη περισσότερο. Δεν ενδιαφερόταν πολύ για τα αθλητικά, η θάλασσα ήταν η αδυναμία του. Γι’ αυτό βρισκόμασταν απογεύματα και βράδια. Του άρεσε η μουσική
Παρέα με τον Λάκη πήγα για πρώτη και τελευταία φορά στα τουρκικά Λαδάδικα. Ήμασταν 16/17 ετών και δεν ξέρω τι απ’ όλα έφταιγε, πάντως όπως και να είχαν τα πράγματα, απογοητεύτηκα και αποφάσισα να μην ξαναπάω ποτέ με γυναίκα επί πληρωμής, μια υπόσχεση που έδωσα στον εαυτό μου και δεν αθέτησα ποτέ! Ίσως να περίμενα κάτι διαφορετικό ή περισσότερο ρομαντικό, ίσως η εικόνα των νέων ανδρών έξω από τα παμπάλαια δωμάτια να περιμένουν ανυπόμονα την σειρά τους για να μπούνε μέσα, ίσως η δική μου προσμονή για το άγνωστο, ίσως πάλι η εμφάνιση της κακόμοιρης γυναίκας που επέλεξε η ''μαμά'' για να συνουσιαστούμε… βλέπετε τα λεφτουδάκια μας δεν ήταν αρκετά για να κάνουμε τις δικές μας επιλογές! Αχ ναι…να μην ξεχάσω ν' αναφέρω και την καριόλα που ήταν έτοιμη να διαλυθεί και φοβόσουν να κουνηθείς πολύ…μπας και σωριαστείς μαζί της στο δάπεδο (γι όσους δεν γνωρίζουν, καριόλα λέγεται και το μεταλλικό κρεβάτι, έτσι το αποκαλούσε και η γιαγιά μας η Μαριόγκα. Ίσως η σημερινή σημασία της λέξης που αναφέρεται σε πόρνες να είναι απόρροια της πρώτης έννοιας).
Με τον Λάκη χωριστήκαμε για λίγο όταν φύγαμε για την Πατρίδα, αλλά σε λίγο ακολούθησε κι αυτός με την οικογένειά του. Όταν έφυγα για την Γερμανία χαθήκαμε πάλι για μερικά χρονάκια αλλά διατηρούσαμε στενούς δεσμούς. Όποτε κατεβαίναμε γι’ Αθήνα, μετά τους γονείς μου και τον αδελφό μου, ο Λάκης και ο Κώστας ήταν οι φίλοι που επισκεπτόμουν πρώτα. Δυστυχώς χάθηκε άδοξα και άδικα στα 42 του χρόνια.
Ο δεύτερος κολλητός μου ήταν ο Κώστας Λογοθέτης που μόλις προανέφερα. Έμενε απέναντι από εμάς, στην ανηφορίτσα μαζί με την τότε ακόμη πολύ νέα και πανέμορφη μητέρα του κ. Κλήτη, την οποία είχε εγκαταλείψει ο σύζυγός
Με τον Κώστα συνεχίσαμε επίσης το γυμνάσιο/λύκειο παρέα στην Μεγάλη του Γένους Σχολή (ΜΓΣ), στο Φανάρι.
Στα γυμνασιακά χρόνια, εκτός από τους προαναφερθέντες Κώστα και Λάκη, αναπτύξαμε πολύ δυνατές φιλίες με τους
Όταν ήρθαμε στην Πατρίδα, αν και οι Κοκκινάκης, Μιτσέλης, Μπαλικτσίογλου και Ντοκμετζίογλου σπούδαζαν στην Θεσσαλονίκη, διατηρήσαμε κοντινή επαφή. Με τους τελευταίους καθώς και με τους, Σιταρά, Τρυφωνίδη, Φωτιάδη η φιλία μας ήταν αδελφική. Με πολλά από τα παιδιά αυτά μας χώρισαν οι συγκυρίες της ζωής, η σύγχρονη τεχνολογία όμως φρόντισε να μας ξανασμίξει διαδικτυακά και με μερικούς μάλιστα, καταφέραμε να ξανασυναντηθούμε και να τα πούμε λιγάκι από κοντά.
Αυτά για την ώρα!
Γιάννης Αρβανιτάκης
Τέλος τρίτου μέρους
Ήμουν στην 5η τάξη του δημοτικού όταν κάποια στιγμή άρχισα να νιώθω μια παράξενη και ανεξήγητη έλξη για την συμμαθήτρια μου Λένα Π. Τα πρώτα γαργαλίσματα στην κοιλίτσα…τ’ αρσενικό στοιχείο ξύπναγε μέσα μου! Το Λενάκι είχε ένα όμορφο προσωπάκι κι ένα πολύ γλυκό χαμόγελο,
καθόταν δύο θρανία πιο πέρα από μένα και ξεχώριζε με την τεράστια λευκή κορδέλα που της φόραγαν στα μαλλιά. Εκείνα τα χρόνια, όλα τα παιδάκια φορούσαμε μαύρες στολές με λευκά γιακαδάκια (εμείς τις αποκαλούσαμε, λανθασμένα βέβαια, μπροστέλες, στην ουσία όμως ήταν σαν φόρεμα/φουστάνι που έφθανε μόλις κάτω από τα γόνατα)...έτσι δεν βλέπαμε παρά πρόσωπα και γάμπες...φυσικά, περιττό να σας αναφέρω ότι τότε μας έλειπε κι η πονηράδα! Τέλος πάντων, όπου κι αν πήγαινε η Λένα, το βλέμμα μου ακολουθούσε. Κοιμόμουνα και ξυπνούσα με την εικόνα της στο μυαλό κι ανυπομονούσα να την ξαναδώ στο σχολείο την άλλη μέρα. Τα περισσότερα αγόρια στην τάξη μας προτιμούσαν την Αφροδίτη ή την Φιλομήλα, γλυκά κοριτσάκια κι αυτά, όχι όμως οι τύποι μου. Αν και γενικά κάπως δειλός, κάποτε δεν άντεξα πλέον και λέω στην κολλητή της αν θα μπορούσε να μας τα ''φτιάξει''. Ούτε που ήξερα βέβαια τότε, την έννοια του ''να τα φτιάξουμε''! Όσο για τα περίεργα συναισθήματα, που μας
κατακυρίευαν, σε ποιόν ν’ ανοίξεις την καρδιά σου, σε ποιόν να τα πεις ή να τα περιγράψεις, για να σου δώσει μια εξήγηση λέγοντας σου, πως ό,τι σου συμβαίνει είναι απόλυτα φυσιολογικό και πως το είχαν νιώσει κι οι ίδιοι κάποτε! Ποιός
Σχολή Ταρσής Βαρείδου - 5η τάξη, 1956 |
Για τα δε κοριτσάκια τα πράγματα ήταν ακόμη πιο δύσκολα, μόλις έβλεπαν τρομοκρατημένα, τις πρώτες σταγόνες αίματος, τότε αφυπνιζόταν κι η μαμά σπευδοντας να τα καθησυχάσει και να τα μιλήσει για την εμμηνόρρυση! Δεν έφταιγαν όμως ούτ’ οι καημένες οι μητέρες, έτσι είχαν μάθει κι αυτές!
Τέλος πάντων, ας γυρίσουμε στο κορίτσι μας. θυμάμαι ακόμη πως η Λένα συμπαθούσε πολύ τον Παυλάκο που μόλις είχε αρχίσει το σχολείο. Πως να το κάνουμε...ήταν γλυκούλης ο πιτσιρικάς! Πρόσεχε τον, μου έλεγε, είναι μικρός ακόμη! Κι αυτό, από το 11χρονο κοριτσάκι, με το έμφυτο μητρικό/γυναικείο ένστικτο!
Εν πάση περιπτώσει, δεν υπήρξε αντίρρηση εκ μέρους της κι έτσι αρχίσαμε να γλυκοκοιταζόμαστε και ν’ ανταλλάσσουμε πιο συχνά χαμόγελα μεταξύ μας, καμιά φορά ''αγγίζαμε'' διακριτικά και τα χέρια μας. Υπέροχο συναίσθημα!
Αυτό ήταν! Μετά το τέλος της σχολικής περιόδου, όπως προανέφερα στο πρώτο μέρος, η Σχολή της Ταρσής Βαρείδου έκλεισε για λόγους ασφαλείας και δεν ξαναειδωθήκαμε ποτέ πια. Άκουσα, πως μετά τις απελάσεις των Ελλήνων ήρθαν κι αυτοί οικογενειακώς στην Πατρίδα και έμεναν κάπου στους Αμπελόκηπους, στην Αθήνα.
Τα δεύτερα καρδιοχτύπια τα ένιωσα εντονότερα, ως εκτοετής, στην Σχολή Γαλατά. Στην αρχή σκέφθηκα πως ίσως να έφταιγε ο αντίλαλος που δημιουργούσε το κενό του ξύλινου θρανίου όταν έγερνα πάνω του, το οποίο δρούσε σαν ηχείο ενισχύοντας τους παλμούς της καρδιάς μου. Αλλά όχι, ήταν η γλυκούλα Ουγγαρέζα Τάνια Λ., με τα όμορφα μακριά, ξανθά μαλλάκια και τα σχιστά τσερκέζικα, σαγηνευτικά, πράσινα ματάκια. Αυτά βέβαια τα γράφω τώρα, ούτε που ήξερα τι σημαίνει ''σαγηνεύω''! Απλώς κάτι το άγνωρο με τράβαγε προς αυτήν. Θαύμαζα την Τάνια στα κρυφά, εξ αποστάσεως, ίσως επειδή σπάνια σήκωνε τα μάτια της από το θρανίο και ήταν κάπως ντροπαλή. Τελειώσαμε την χρονιά μας ως οι καλύτεροι της 6ης τάξης, εκείνη πρώτη κι εγώ δεύτερος μ’ ένα βαθμό διαφορά στο σύνολο. Το τι απόγινε…άγνωστο, μόνο την παιδική της εικόνα διατηρώ ακόμη στην μνήμη μου! Δυστυχώς, αν και είμαι βέβαιος πως βγάλαμε κάποιες σχολικές φωτογραφίες, δεν φαίνεται να διασώθηκε καμμία από την μητέρα μου!
Έστω κι αν ήμασταν ακόμη παιδάκια, αναπολώντας, θυμάμαι τα πνιχτά γελάκια, τις πεταχτές ή κρυφές ματιές των συμμαθητριών μου και γενικά την ευχάριστη αύρα της θηλυκής παρουσίας! Μ’ άλλα λόγια, ένα συναρπαστικό ηλεκτρομαγνητικό πεδίο συναισθημάτων. Βρε παιδιά, πιστέψτε με, ακόμη και σήμερα στις παρέες, συχνά θα με βλέπετε να κάθομαι δίπλα στις γυναίκες. Τι να κάμω ο έρημος, δεν φταίω, το άρωμα τους με μεθάει...(ίδε Scent of a Woman, 1992, με τον Al Pacino)! Αν θέλετε ονομάστε το ιδεοψυχαναγκαστική νεύρωση… στην περίπτωση μου όμως...αθεράπευτη, όπως τραγουδάει κι ο αείμνηστος Leonard Cohen στο τραγούδι του ''There ain't no cure for love'', δεν υπάρχει θεραπεία για την αγάπη!
Εν συνεχεία ακολούθησε η γυμνασιακή μου φοίτηση στην Μεγάλη του Γένους Σχολή. Τα γυμνάσια μας δεν ήταν τότε μεικτά. Αρχικά, οι νέοι φίλοι, η καινούρια ατμόσφαιρα, το διαφορετικό περιβάλλον, τα άλλα ενδιαφέροντα, οι νέες συγκινήσεις κι απαιτήσεις μου απέσπασαν την προσοχή! Εξ άλλου τα πρώτα δύο χρόνια πηγαινοερχόμουν με το λεωφορείο της σχολής. Έτσι δεν πρόλαβα να καταλάβω ότι μου έλειπε η κοριτσίστικη συντροφιά! Μια μικρή παρηγοριά για μας ήταν το γειτονικό μας Ιωακείμιο Παρθεναγωγείο. Στα μεγάλα διαλείμματα τρέχαμε στον μικρό διπλανό χώρο της αυλής μας για να παρακολουθούμε τις Ιωακειμιάδες να παίζουν, να γελάνε και να μας φλερτάρουν από μακρυά. Κάποτε μας τσάκωνε ο επιστάτης μας, ο Κενάνης (Κενάνογλου) όπως τον λέγαμε εμείς, κι ερχόταν να μας χαλάσει την διασκέδαση!
Από την Γ’ γυμνασίου, άρχισα να πηγαίνω στο σχολείο με τα βαποράκια του Κεράτιου Κόλπου. Η διαδρομή από την γέφυρα του Γαλατά μέχρι το Φανάρι διαρκούσε μισή ώρα
Αργότερα, στα 15 μου, δεν ήταν Ιωακειμιάδα αυτή που μ’ έκανε να νιώθω πιο έντονες αρρυθμίες όποτε συναντιόμασταν, ηταν η φίλη μου Ρηνούλα. Οι οικογένειες μας είχαν πολύ στενές φιλικές σχέσεις μεταξύ τους, αλλά προφανώς η μητέρα της, κ. Ελένη, διαισθάνθηκε τα συναισθήματα μας και αποστασιοποιήθηκε κάπως, αραιώνοντας τις επισκέψεις τους. Την επόμενη χρονιά μάλιστα, άλλαξαν τον τόπο παραθερισμού τους πηγαίνοντας στην Πρίγκηπο, αντί της Χάλκης, όπως συνήθιζαν μέχρι τότε. Αυτό που δεν μπόρεσα να καταλάβω εκείνον τον καιρό, το εκμυστηρεύτηκε μεταγενέστερα η κ. Ελένη στην μητέρα μου και η μητέρα μου, πολύ αργότερα, σε μένα. Μεταξύ άλλων της είπε πως δεν θέλησε να πιστέψουν οι γονείς μου, πως με στόχευαν για γαμπρό...
Στα 16-17μου, μια άλλη κοπελίτσα με την οποία, εν αγνοία της, ήμουν τσιμπημένος, ήταν η Μαρικούλα Ξ. Μερικά χρόνια υστερότερα, στην Πατρίδα πλέον, της ομολόγησα τα συναισθήματά μου και συνάψαμε έναν πολύ σύντομο μεν αλλά έντονο δεσμό, ο οποίος εκ των δεδομένων ήταν καταδικασμένος να καταλήξει στο πουθενά…
Φθάνουν όμως οι αποκαλύψεις! Αρκετά σας ομολόγησα! Από δω και πέρα, σ’ αυτόν τον τομέα, αρχίζει να παρεμβαίνει η λογοκρισία των αναμνήσεων!
ΤΑ ΦΙΛΑΡΑΚΙΑ ΤΑ ΚΑΛΑ
Στη Σχολή Γαλατά γνωριστήκαμε επίσης, μ’ έναν από τους καλύτερους μου φίλους, τον Λάκη Τρυφωνίδη. Έμενε δύο
Επειδή παραθέριζαν κι αυτοί στην Χάλκη, η παρέα μας συνεχιζόταν και τους θερινούς μήνες. Έτσι η φιλία μας ενισχύθηκε ακόμη περισσότερο. Δεν ενδιαφερόταν πολύ για τα αθλητικά, η θάλασσα ήταν η αδυναμία του. Γι’ αυτό βρισκόμασταν απογεύματα και βράδια. Του άρεσε η μουσική
Παρέα με τον Λάκη πήγα για πρώτη και τελευταία φορά στα τουρκικά Λαδάδικα. Ήμασταν 16/17 ετών και δεν ξέρω τι απ’ όλα έφταιγε, πάντως όπως και να είχαν τα πράγματα, απογοητεύτηκα και αποφάσισα να μην ξαναπάω ποτέ με γυναίκα επί πληρωμής, μια υπόσχεση που έδωσα στον εαυτό μου και δεν αθέτησα ποτέ! Ίσως να περίμενα κάτι διαφορετικό ή περισσότερο ρομαντικό, ίσως η εικόνα των νέων ανδρών έξω από τα παμπάλαια δωμάτια να περιμένουν ανυπόμονα την σειρά τους για να μπούνε μέσα, ίσως η δική μου προσμονή για το άγνωστο, ίσως πάλι η εμφάνιση της κακόμοιρης γυναίκας που επέλεξε η ''μαμά'' για να συνουσιαστούμε… βλέπετε τα λεφτουδάκια μας δεν ήταν αρκετά για να κάνουμε τις δικές μας επιλογές! Αχ ναι…να μην ξεχάσω ν' αναφέρω και την καριόλα που ήταν έτοιμη να διαλυθεί και φοβόσουν να κουνηθείς πολύ…μπας και σωριαστείς μαζί της στο δάπεδο (γι όσους δεν γνωρίζουν, καριόλα λέγεται και το μεταλλικό κρεβάτι, έτσι το αποκαλούσε και η γιαγιά μας η Μαριόγκα. Ίσως η σημερινή σημασία της λέξης που αναφέρεται σε πόρνες να είναι απόρροια της πρώτης έννοιας).
Με τον Λάκη χωριστήκαμε για λίγο όταν φύγαμε για την Πατρίδα, αλλά σε λίγο ακολούθησε κι αυτός με την οικογένειά του. Όταν έφυγα για την Γερμανία χαθήκαμε πάλι για μερικά χρονάκια αλλά διατηρούσαμε στενούς δεσμούς. Όποτε κατεβαίναμε γι’ Αθήνα, μετά τους γονείς μου και τον αδελφό μου, ο Λάκης και ο Κώστας ήταν οι φίλοι που επισκεπτόμουν πρώτα. Δυστυχώς χάθηκε άδοξα και άδικα στα 42 του χρόνια.
Ο δεύτερος κολλητός μου ήταν ο Κώστας Λογοθέτης που μόλις προανέφερα. Έμενε απέναντι από εμάς, στην ανηφορίτσα μαζί με την τότε ακόμη πολύ νέα και πανέμορφη μητέρα του κ. Κλήτη, την οποία είχε εγκαταλείψει ο σύζυγός
Με τον Κώστα συνεχίσαμε επίσης το γυμνάσιο/λύκειο παρέα στην Μεγάλη του Γένους Σχολή (ΜΓΣ), στο Φανάρι.
Στα γυμνασιακά χρόνια, εκτός από τους προαναφερθέντες Κώστα και Λάκη, αναπτύξαμε πολύ δυνατές φιλίες με τους
Όταν ήρθαμε στην Πατρίδα, αν και οι Κοκκινάκης, Μιτσέλης, Μπαλικτσίογλου και Ντοκμετζίογλου σπούδαζαν στην Θεσσαλονίκη, διατηρήσαμε κοντινή επαφή. Με τους τελευταίους καθώς και με τους, Σιταρά, Τρυφωνίδη, Φωτιάδη η φιλία μας ήταν αδελφική. Με πολλά από τα παιδιά αυτά μας χώρισαν οι συγκυρίες της ζωής, η σύγχρονη τεχνολογία όμως φρόντισε να μας ξανασμίξει διαδικτυακά και με μερικούς μάλιστα, καταφέραμε να ξανασυναντηθούμε και να τα πούμε λιγάκι από κοντά.
Αυτά για την ώρα!
Γιάννης Αρβανιτάκης
Τέλος τρίτου μέρους
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου