ΑΝΙΧΝΕΥΤΙΚΑ ΤΕΣΤ ΚΟΡΩΝΑΪΩΝ SARS-COV-2
Τι ξέρετε και... τι δεν ξέρετε;Του Γιάννη Αρβανιτάκη
Φίλες και φίλοι,
Αν και υποτίθεται ότι διαμέσου των ΜΜΕ, ο περισσότερος κόσμος είναι καλά ενημερωμένος σχετικά με τα ανιχνευτικά τεστ των κορωναϊών SARS-CoV-2, από τις διάφορες συζητήσεις των τελευταίων ημερών, με φίλους αλλά και ασθενείς, διαπιστώνω μια ασάφεια και σύγχυση γύρω από το θέμα.
Έτσι, θεώρησα σκόπιμο να γράψω λίγες κατατοπιστικές/διευκρινιστικές πληροφορίες για τα τεστ που έχουμε στη διάθεσή μας προς το παρόν. Προσεγγίζοντας τα πράγματα από τη σκοπιά ενός ατόμου άσχετου με την ιατρική, θα προσπαθήσω να σας ενημερώσω όσο πιο απλά γίνεται. Με άλλα λόγια, ως προς τι θα ήθελα να ξέρω για τα τεστ αν δεν ήμουν γιατρός.
Υπάρχουν δύο διαφορετικοί τύποι τεστ: τα διαγνωστικά και της ανίχνευσης αντισωμάτων. Τα διαγνωστικά τεστ, μοριακά ή ταχέα, μας δείχνουν αν υφίσταται ενεργή μόλυνση με τον ιό της COVID-19. Τα τεστ αντισωμάτων αναζητούν την ύπαρξη αυτών στο ανοσοποιητικό μας σύστημα μετά από τη μόλυνση με τον ιό.
Τα μοριακά τεστ ανιχνεύουν το γενετικό υλικό από τον ιό, ενώ τα τεστ αντιγόνων τις πρωτείνες στην επιφάνεια του κορωναϊού.
Για τα μοριακό τεστ έχω γράψει ήδη παλαιότερα δυο λόγια σ’ ένα άρθρο μου για την COVID-19. (https://iarvan-hellas.blogspot.com/2020/09/covid-19-20-2020-sars-cov-2.html) Τα μοριακά τεστ είναι ιδιαίτερα ευαίσθητα στην ανίχνευση του κορωναϊού. Οι εξετάσεις αυτές μπορούν να παραμείνουν θετικές μετά την ανάρρωση της/του ασθενούς ακόμη κι αν δεν αποβάλλει πλέον τον ιό για να μολύνει άλλα άτομα.
- Το γρήγορο τεστ (rapid test) ανιχνεύει τα αντιγόνα και δεικνύει μόλυνση με τον ιό, που μπορεί να έχει συμβεί και πριν μερικές μέρες.
- Αν το γρήγορο τεστ είναι θετικό συνιστάται να γίνει επιβεβαίωση με το μοριακό.
- Αν το μοριακό βγει αρνητικό, τότε το γρήγορο τεστ ήταν λανθασμένα θετικό. Σημειωτέον ότι τα ψευδώς θετικά (ενώ το άτομο είναι αρνητικό να βγει θετικό) είναι λιγότερο συχνά από τα ψευδώς αρνητικά (ενώ το άτομο είναι θετικό να βγει αρνητικό).
- Σε περίπτωση θετικότητας του μοριακού και εφόσον είσαστε ασυμπτωματικοί, κάνετε έναν αυτοπεριορισμό για 8 έως 10 μέρες περίπου.
- Αν είστε θετικοί με το μοριακό, με τα σημερινά δεδομένα θα αναπτύξετε μια ανοσία μέχρι και 6 μήνες περίπου. Σύμφωνα με τις μέχρι σήμερον γνώσεις μας, μπορεί στους ασυμπτωματικούς η ανοσία να διαρκεί λιγότερο. Πάντως δεν το γνωρίζουμε ακριβώς και τα δεδομένα αλλάζουν καθημερινά.
- Παλιές λοιμώξεις με τον ιό, που πιθανόν περάστηκαν στο πόδι αλλά και με συμπτώματα, δεν ανιχνεύονται μ’ αυτές τις μεθόδους. Δηλαδή, ούτε με το γρήγορο, ούτε με το μοριακό τεστ.
- Στην περίπτωση αυτή μπορείτε να εξετάσετε το αίμα σας για αντισώματα εναντίον του ιού. Για ένα σχετικά σίγουρο τεστ αντισωμάτων πρέπει να περάσουν τουλάχιστον 2-3 εβδομάδες από τη μόλυνση.
- Αν και υπάρχουν γρήγορα τεστ για αντισώματα, προς το παρόν δεν είναι αξιόπιστα.
Περί αντισωμάτων
Μετά από μόλυνση με τον ιό της COVID-19 δεν γνωρίζουμε πόσο καιρό παραμένουν αντισώματα στο σώμα ούτε και πόση προστατευτική ανοσία μας παρέχουν. Γι’ αυτόν τον λόγο, δεν πρέπει να διακόψουμε την τήρηση των γνωστών μέτρων προστασίας, όπως της κοινωνικής απόστασης ή της χρήσης μάσκας κτλ.
Τα κυριότερα αντισώματα που παράγει ο οργανισμός μας κατά των μικροοργανισμών είναι οι ανοσοσφαιρίνες IgG, IgM και IgA. Η παραγωγή αντισωμάτων IgA και IgM αρχίζει τις πρώτες ημέρες από την έναρξη των συμπτωμάτων και συνήθως παραμένουν στον οργανισμό μας, το πολύ, έως 2 μήνες. Τα IgG αντισώματα εμφανίζονται στο αίμα λίγο αργότερα και παραμένουν ανιχνεύσιμα για μήνες ή χρόνια, κάτι σαν ορολογική ουλή δηλαδή. Όπως προανέφερα, δεν γνωρίζουμε ακόμα επαρκώς, τι γίνεται με τον SARS-CoV-2.
Οι ορολογικές εξετάσεις μετρούν την ανοσαπόκριση αντισωμάτων σε ένα άτομο. Η παρουσία αντισωμάτων δεικνύει ότι ένα άτομο μολύνθηκε με τον ιό της COVID-19, ανεξάρτητα αν είχε νοσήσει σοβαρά ή ελαφρά ή δεν εμφάνισε καθόλου συμπτώματα.
Η παρακολούθηση της οροθετικότητας των αντισωμάτων σε έναν πληθυσμό μπορεί να επιτρέψει να βγουν συμπεράσματα σχετικά με την έκταση της λοίμωξης και για τη σωρευτική επίπτωση της μόλυνσης στον πληθυσμό. Η χρήση της ορολογικής εξέτασης στις έρευνες επιδημιολογίας και δημόσιας υγείας μας επιτρέπει να προσδιορίσουμε:
• τα περιστατικά λοίμωξης μεταξύ διαφορετικών πληθυσμών.
• πόσα άτομα έχουν ήπια ή ασυμπτωματική λοίμωξη, και τα οποία μπορεί να μην έχουν εντοπιστεί στις παρακολουθήσεις ρουτίνας της νόσου.
• το ποσοστό των θανατηφόρων λοιμώξεων μεταξύ των.
• το ποσοστό του πληθυσμού που θα μπορούσε να προστατευτεί από τις λοιμώξεις στο μέλλον.
Επικαιροποιημένη ανασκόπηση ταχέων τεστ
- Αν το γρήγορο τεστ είναι θετικό συνιστάται να γίνει επιβεβαίωση με το μοριακό.
- Αν το μοριακό βγει αρνητικό, τότε το γρήγορο τεστ ήταν λανθασμένα θετικό. Σημειωτέον ότι τα ψευδώς θετικά (ενώ το άτομο είναι αρνητικό να βγει θετικό) είναι λιγότερο συχνά από τα ψευδώς αρνητικά (ενώ το άτομο είναι θετικό να βγει αρνητικό).
- Σε περίπτωση θετικότητας του μοριακού και εφόσον είσαστε ασυμπτωματικοί, κάνετε έναν αυτοπεριορισμό για 8 έως 10 μέρες περίπου.
- Αν είστε θετικοί με το μοριακό, με τα σημερινά δεδομένα θα αναπτύξετε μια ανοσία μέχρι και 6 μήνες περίπου. Σύμφωνα με τις μέχρι σήμερον γνώσεις μας, μπορεί στους ασυμπτωματικούς η ανοσία να διαρκεί λιγότερο. Πάντως δεν το γνωρίζουμε ακριβώς και τα δεδομένα αλλάζουν καθημερινά.
- Παλιές λοιμώξεις με τον ιό, που πιθανόν περάστηκαν στο πόδι αλλά και με συμπτώματα, δεν ανιχνεύονται μ’ αυτές τις μεθόδους. Δηλαδή, ούτε με το γρήγορο, ούτε με το μοριακό τεστ.
- Στην περίπτωση αυτή μπορείτε να εξετάσετε το αίμα σας για αντισώματα εναντίον του ιού. Για ένα σχετικά σίγουρο τεστ αντισωμάτων πρέπει να περάσουν τουλάχιστον 2-3 εβδομάδες από τη μόλυνση.
- Αν και υπάρχουν γρήγορα τεστ για αντισώματα, προς το παρόν δεν είναι αξιόπιστα.
Περί αντισωμάτων
Μετά από μόλυνση με τον ιό της COVID-19 δεν γνωρίζουμε πόσο καιρό παραμένουν αντισώματα στο σώμα ούτε και πόση προστατευτική ανοσία μας παρέχουν. Γι’ αυτόν τον λόγο, δεν πρέπει να διακόψουμε την τήρηση των γνωστών μέτρων προστασίας, όπως της κοινωνικής απόστασης ή της χρήσης μάσκας κτλ.
Τα κυριότερα αντισώματα που παράγει ο οργανισμός μας κατά των μικροοργανισμών είναι οι ανοσοσφαιρίνες IgG, IgM και IgA. Η παραγωγή αντισωμάτων IgA και IgM αρχίζει τις πρώτες ημέρες από την έναρξη των συμπτωμάτων και συνήθως παραμένουν στον οργανισμό μας, το πολύ, έως 2 μήνες. Τα IgG αντισώματα εμφανίζονται στο αίμα λίγο αργότερα και παραμένουν ανιχνεύσιμα για μήνες ή χρόνια, κάτι σαν ορολογική ουλή δηλαδή. Όπως προανέφερα, δεν γνωρίζουμε ακόμα επαρκώς, τι γίνεται με τον SARS-CoV-2.
Οι ορολογικές εξετάσεις μετρούν την ανοσαπόκριση αντισωμάτων σε ένα άτομο. Η παρουσία αντισωμάτων δεικνύει ότι ένα άτομο μολύνθηκε με τον ιό της COVID-19, ανεξάρτητα αν είχε νοσήσει σοβαρά ή ελαφρά ή δεν εμφάνισε καθόλου συμπτώματα.
Η παρακολούθηση της οροθετικότητας των αντισωμάτων σε έναν πληθυσμό μπορεί να επιτρέψει να βγουν συμπεράσματα σχετικά με την έκταση της λοίμωξης και για τη σωρευτική επίπτωση της μόλυνσης στον πληθυσμό. Η χρήση της ορολογικής εξέτασης στις έρευνες επιδημιολογίας και δημόσιας υγείας μας επιτρέπει να προσδιορίσουμε:
• τα περιστατικά λοίμωξης μεταξύ διαφορετικών πληθυσμών.
• πόσα άτομα έχουν ήπια ή ασυμπτωματική λοίμωξη, και τα οποία μπορεί να μην έχουν εντοπιστεί στις παρακολουθήσεις ρουτίνας της νόσου.
• το ποσοστό των θανατηφόρων λοιμώξεων μεταξύ των.
• το ποσοστό του πληθυσμού που θα μπορούσε να προστατευτεί από τις λοιμώξεις στο μέλλον.
Επικαιροποιημένη ανασκόπηση ταχέων τεστ
Τώρα, θα ήθελα να προσθέσω δύο γραμμές για την επικαιροποιημένη ανασκόπηση του οργανισμού Cochrane σχετικά με τα ταχέα τεστ αντιγόνων που δημοσιεύθηκε στις 24 Μαρτίου 2021.
Πληροφοριακά, ο οργανισμός Cochrane (παλαιότερα γνωστός ως Cochrane Collaboration) είναι ένας βρετανικός διεθνής φιλανθρωπικός οργανισμός που ιδρύθηκε ως ανταπόκριση στο αίτημα του Archie Cochrane (1909 - 1988, Βρετανός επιδημιολόγος και ιδρυτής της Ιατρικής βάσει αποδεικτικών στοιχείων) για ενημερωμένες, συστηματικές ανασκοπήσεις όλων των σχετικών τυχαιοποιημένων ελεγχόμενων δοκιμών/ερευνών/μελετών στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης.
Ο οργανισμός Cochrane ταξινομεί/συνοψίζει τα καλύτερα στοιχεία από τα ευρήματα ιατρικής έρευνας ούτως ώστε να βοηθήσει στη λήψη αποφάσεων στον τομέα της υγείας, που περιλαμβάνουν επαγγελματίες υγείας, ασθενείς και υπεύθυνους χάραξης πολιτικής. Ο οργανισμός Cochrane διαθέτει περίπου 30.000 εθελοντές εμπειρογνώμονες από όλο τον κόσμο.
Η πρώτη έκδοση αυτής της ανασκόπησης περιελάμβανε 22 μελέτες και δημοσιεύθηκε τον Αύγουστο του 2020. Η επικαιροποιημένη ανασκόπηση παραθέτει τώρα στοιχεία από 64 μελέτες (Updated Cochrane review assesses how accurate rapid tests are for detecting COVID-19).
Οι συγγραφείς της προσφάτου ανασκόπησης διαπίστωσαν ότι τα τεστ αντιγόνων ήταν καλύτερα στον εντοπισμό της COVID-19 σε άτομα με συμπτώματα παρά σε άτομα χωρίς συμπτώματα. Κατά μέσο όρο το 72% των ατόμων που είχαν συμπτώματα ανιχνεύθηκαν σωστά ως μολυσμένα. Οι εξετάσεις ήταν αποτελεσματικότερες την πρώτη εβδομάδα μετά την έναρξη των συμπτωμάτων με εντοπισμό 78% των περιπτώσεων.
Σε ασυμπτωματικά άτομα, κατά μέσο όρο, διαγνώστηκαν σωστά το 58% αυτών που είχαν μολυνθεί.
Τα τεστ αντιγόνων απέκλεισαν σωστά τη μόλυνση στο 99,5% των μη μολυσμένων ατόμων με συμπτώματα τύπου COVID-19 και στο 98,9% των μη μολυσμένων ατόμων χωρίς συμπτώματα.
Ενεργή λοίμωξη και εμβολιασμός
Ένα άλλο εύλογο ερώτημα που προβάλλεται συχνά είναι αν κάποιο άτομο που διανύει μια οξεία λοίμωξη με τον ιό, μπορεί ή πρέπει να κάνει το εμβόλιο;
Σύμφωνα με τα σημερινά δεδομένα, κλινικές δοκιμές μας δείχνουν ότι τα επί του παρόντος εγκεκριμένα εμβόλια εναντίον της COVID-19 μπορούν να χορηγηθούν με ασφάλεια σε άτομα που προσβλήθηκαν από τον ιό ανεξάρτητα αν νόσησαν σοβαρά ή ήπια, είτε δεν παρουσίασαν συμπτώματα. Ο εμβολιασμός όμως πρέπει να αναβάλλεται μέχρις ότου πληρούνται τα κριτήρια διακοπής της απομόνωσής τους. Αυτό ισχύει για όσες ή όσους ήδη έλαβαν ή επρόκειτο να λάβουν την 1η δόση είτε αναμένουν την 2η.
Στην Γερμανία, για τα άτομα που ξεπέρασαν τη μόλυνση, συνιστάται να κάνουν το εμβόλιο 6 μήνες αργότερα επειδή υποτίθεται έχουν ήδη αναπτύξει μια σχετική ανοσία. Επίσης, αν και δεν υπάρχει συνιστώμενο ελάχιστο χρονικό διάστημα μεταξύ μόλυνσης και εμβολιασμού, οι μέχρι σήμερον ενδείξεις υποδηλώνουν ότι ο κίνδυνος επαναμόλυνσης με SARS-CoV-2 είναι πολύ χαμηλός τους μήνες μετά την αρχική μόλυνση, αλλά με την πάροδο του χρόνου μπορεί να αυξηθεί λόγω εξασθένησης της ανοσίας.
Εξάλλου, ως γνωστόν, τα διαθέσιμα εμβόλια είναι μετρημένα και κάτω απ'αυτές τις συνθήκες πρέπει να εμβολιαστούν, τουλάχιστον με την 1η δόση, τα άτομα που είναι ακόμη τελείως απροστάτευτα.
Τώρα, υπάρχει πάντοτε το ενδεχόμενο ένα άτομο, κατά την στιγμή του εμβολιασμού, να είναι θετικό στον κορωναϊό και να μην το γνωρίζει διότι δεν εμφανίζει συμπτώματα. Πάνω σ’ αυτό το θέμα δεν υπάρχουν μελέτες. Ίσως, το λέω σκεπτόμενος εντελώς θεωρητικά και με κάθε επιφύλαξη, αν κάνει κάποιος το εμβόλιο ενώ είναι μολυσμένος με τον ιό να υπάρξει μια εντονότερη ανοσοαπόκριση του οργανισμού! Προς το παρόν όμως, δεν το ξέρουμε.
Αυτά για την ώρα.
Γιάννης Αρβανιτάκης
ΠΗΓΕΣ - ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
Πέραν των προσωπικών σημειώσεων...
https://www.rki.de/DE/Content/InfAZ/N/Neuartiges_Coronavirus/Vorl_Testung_nCoV.html
https://www.fda.gov/consumers/consumer-updates/coronavirus-disease-2019-testing-basics
https://www.eurekalert.org/pub_releases/2021-03/w-ucr032421.php
https://horizon-magazine.eu/article/pcr-antigen-and-antibody-five-things-know-about-coronavirus-tests.html
https://dgpi.de/teststrategien-zur-covid-diagnostik-in-schulen-stand-28-02-2021/
https://www.cdc.gov/vaccines/covid-19/info-by-product/clinical-considerations.html
Πληροφοριακά, ο οργανισμός Cochrane (παλαιότερα γνωστός ως Cochrane Collaboration) είναι ένας βρετανικός διεθνής φιλανθρωπικός οργανισμός που ιδρύθηκε ως ανταπόκριση στο αίτημα του Archie Cochrane (1909 - 1988, Βρετανός επιδημιολόγος και ιδρυτής της Ιατρικής βάσει αποδεικτικών στοιχείων) για ενημερωμένες, συστηματικές ανασκοπήσεις όλων των σχετικών τυχαιοποιημένων ελεγχόμενων δοκιμών/ερευνών/μελετών στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης.
Ο οργανισμός Cochrane ταξινομεί/συνοψίζει τα καλύτερα στοιχεία από τα ευρήματα ιατρικής έρευνας ούτως ώστε να βοηθήσει στη λήψη αποφάσεων στον τομέα της υγείας, που περιλαμβάνουν επαγγελματίες υγείας, ασθενείς και υπεύθυνους χάραξης πολιτικής. Ο οργανισμός Cochrane διαθέτει περίπου 30.000 εθελοντές εμπειρογνώμονες από όλο τον κόσμο.
Η πρώτη έκδοση αυτής της ανασκόπησης περιελάμβανε 22 μελέτες και δημοσιεύθηκε τον Αύγουστο του 2020. Η επικαιροποιημένη ανασκόπηση παραθέτει τώρα στοιχεία από 64 μελέτες (Updated Cochrane review assesses how accurate rapid tests are for detecting COVID-19).
Οι συγγραφείς της προσφάτου ανασκόπησης διαπίστωσαν ότι τα τεστ αντιγόνων ήταν καλύτερα στον εντοπισμό της COVID-19 σε άτομα με συμπτώματα παρά σε άτομα χωρίς συμπτώματα. Κατά μέσο όρο το 72% των ατόμων που είχαν συμπτώματα ανιχνεύθηκαν σωστά ως μολυσμένα. Οι εξετάσεις ήταν αποτελεσματικότερες την πρώτη εβδομάδα μετά την έναρξη των συμπτωμάτων με εντοπισμό 78% των περιπτώσεων.
Σε ασυμπτωματικά άτομα, κατά μέσο όρο, διαγνώστηκαν σωστά το 58% αυτών που είχαν μολυνθεί.
Τα τεστ αντιγόνων απέκλεισαν σωστά τη μόλυνση στο 99,5% των μη μολυσμένων ατόμων με συμπτώματα τύπου COVID-19 και στο 98,9% των μη μολυσμένων ατόμων χωρίς συμπτώματα.
Ενεργή λοίμωξη και εμβολιασμός
Ένα άλλο εύλογο ερώτημα που προβάλλεται συχνά είναι αν κάποιο άτομο που διανύει μια οξεία λοίμωξη με τον ιό, μπορεί ή πρέπει να κάνει το εμβόλιο;
Σύμφωνα με τα σημερινά δεδομένα, κλινικές δοκιμές μας δείχνουν ότι τα επί του παρόντος εγκεκριμένα εμβόλια εναντίον της COVID-19 μπορούν να χορηγηθούν με ασφάλεια σε άτομα που προσβλήθηκαν από τον ιό ανεξάρτητα αν νόσησαν σοβαρά ή ήπια, είτε δεν παρουσίασαν συμπτώματα. Ο εμβολιασμός όμως πρέπει να αναβάλλεται μέχρις ότου πληρούνται τα κριτήρια διακοπής της απομόνωσής τους. Αυτό ισχύει για όσες ή όσους ήδη έλαβαν ή επρόκειτο να λάβουν την 1η δόση είτε αναμένουν την 2η.
Στην Γερμανία, για τα άτομα που ξεπέρασαν τη μόλυνση, συνιστάται να κάνουν το εμβόλιο 6 μήνες αργότερα επειδή υποτίθεται έχουν ήδη αναπτύξει μια σχετική ανοσία. Επίσης, αν και δεν υπάρχει συνιστώμενο ελάχιστο χρονικό διάστημα μεταξύ μόλυνσης και εμβολιασμού, οι μέχρι σήμερον ενδείξεις υποδηλώνουν ότι ο κίνδυνος επαναμόλυνσης με SARS-CoV-2 είναι πολύ χαμηλός τους μήνες μετά την αρχική μόλυνση, αλλά με την πάροδο του χρόνου μπορεί να αυξηθεί λόγω εξασθένησης της ανοσίας.
Εξάλλου, ως γνωστόν, τα διαθέσιμα εμβόλια είναι μετρημένα και κάτω απ'αυτές τις συνθήκες πρέπει να εμβολιαστούν, τουλάχιστον με την 1η δόση, τα άτομα που είναι ακόμη τελείως απροστάτευτα.
Τώρα, υπάρχει πάντοτε το ενδεχόμενο ένα άτομο, κατά την στιγμή του εμβολιασμού, να είναι θετικό στον κορωναϊό και να μην το γνωρίζει διότι δεν εμφανίζει συμπτώματα. Πάνω σ’ αυτό το θέμα δεν υπάρχουν μελέτες. Ίσως, το λέω σκεπτόμενος εντελώς θεωρητικά και με κάθε επιφύλαξη, αν κάνει κάποιος το εμβόλιο ενώ είναι μολυσμένος με τον ιό να υπάρξει μια εντονότερη ανοσοαπόκριση του οργανισμού! Προς το παρόν όμως, δεν το ξέρουμε.
Αυτά για την ώρα.
Γιάννης Αρβανιτάκης
ΠΗΓΕΣ - ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
Πέραν των προσωπικών σημειώσεων...
https://www.rki.de/DE/Content/InfAZ/N/Neuartiges_Coronavirus/Vorl_Testung_nCoV.html
https://www.fda.gov/consumers/consumer-updates/coronavirus-disease-2019-testing-basics
https://www.eurekalert.org/pub_releases/2021-03/w-ucr032421.php
https://horizon-magazine.eu/article/pcr-antigen-and-antibody-five-things-know-about-coronavirus-tests.html
https://dgpi.de/teststrategien-zur-covid-diagnostik-in-schulen-stand-28-02-2021/
https://www.cdc.gov/vaccines/covid-19/info-by-product/clinical-considerations.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου